Black Mass: Ο Τζόνι Ντεπ απογειώνει έναν ρόλο που παραλίγο να «θαφτεί»

16.31

Πώς αντιμετωπίζεις μια ταινία που έχουν ακουστεί τόσα πολλά για εκείνη πριν την δεις; Ποιο είναι το πρίσμα που έχεις όταν έχεις πείσει τον εαυτό σου ότι θέλεις να είναι αυτό το γαμάτο που λένε οι άλλοι; Πώς την προσλαμβάνεις όταν γουστάρεις τόσο τον πρωταγωνιστή που σκέφτεσαι ότι του αξίζει να κάνει κάτι τόσο δυνατό μετά από αρκετό καιρό που είχε κάτσει στην άκρη του πάγκου κι έμπαινε μόνο για να βγάλει μια καλή άμυνα;

Κάπως έτσι ήταν τα τελευταία χρόνια ο Τζόνι Ντεπ. Σαν ένας ρολίστας πολυτελείας που δεν θα του έδινες όμως την τελευταία επίθεση, δεν θα είχες κανένα play στο μπλοκάκι σου για να καταλήξει η μπάλα σε εκείνον. Μετά τον κουρέα της Sweeney Todd ο Ντεπ κινήθηκε στην μετριότητα. Μετριότητα για όσους βλέπαμε τις ταινίες που πρωταγωνιστούσε.

Γιατί εκείνος τις απολάμβανε και κάποια στιγμή οφείλουν όλοι αυτοί οι κριτικοί κινηματογράφου να κρίνουν το αποτέλεσμα και να μην αναρωτιούνται για την εξέλιξη και την πορεία του καθενός. Αυτή καθορίζεται από τα θέλω του ίδιου κι από τις επιλογές του ίδιου. Σε κάθε περίπτωση ο Ντεπ έγινε και πάλι το πρώτο βιολί κι ας τονίζει ότι αδιαφορεί για το Όσκαρ. Και καλά κάνει. Γιατί δεν είναι αυτό το μέτρο του potential του. Και κάθε ηθοποιού. Το μέτρο είναι η διάρκεια και μια σειρά από άλλα, πολύ μικρά πράγματα.

Όλα αυτά τα μικρά ο Ντεπ μπορεί να τα πάρει αφειδώς για το Black Mass. Έχοντας έναν ρόλο, αυτόν του Τζέιμς «Whitey» Μπάλτζερ, που είναι κομμένος και ραμμένος για να βγει κάτι που θα σε κάνει να υποκλιθείς. Η δύναμη του ρόλου επομένως ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη. Χρειάστηκε όμως η ερμηνεία του Ντεπ και η καθοδήγηση του σκηνοθέτη Σκοτ Κούπερ για να απογειωθεί.

Ο Τζέιμς Μπάλτζερ έδρασε στις ΗΠΑ και ιδιαίτερα σε Βοστόνη και Οκλαχόμα στις δεκαετίες του ’70, του ’80 και μέχρι τα μέσα του ’90. Η απόλυτη ακμή και «δόξα» του τοποθετείται στην μεσαία. Μετά από 9 χρόνια στη φυλακή, όπου έκανε ισχυρούς συνδέσμους στην παρανομία, ο Μπάλτζερ έφτιαξε την δική του συμμορία, τους Winter Hill και σιγά σιγά έγινε ένα σεπτό πρόσωπο στη Βοστόνη. Σεπτό λόγω φόβου κι όχι γιατί ενέπνεε μια τέτοια αντιμετώπιση. Αλλά πάντοτε ο φόβος είναι η πιο αποτελεσματική μήτρα του σεβασμού.

Σταδιακά έγινε ηγέτης της ιρλανδικής μαφίας στις ΗΠΑ και μπήκε για τα καλά στο παιχνίδι όταν άνοιξε παρτίδες με το FBI. Εκείνος θα τους έδινε την ιταλική μαφία κι εκείνοι θα τον άφηναν στην ησυχία του να κάνει τις δουλειές του. Ή η ιταλική μαφία θα αποτελούσε τον Δούρειο Ίππο της δικής του κυριαρχίας στη Βοστόνη.


Έχοντας έναν αδερφό Γερουσιαστή, τον Μπίλι Μπάλτζερ, και κονέ σε πολύ καίριο σημείο στο FBI, ο Whitey (ένα προσωνύμιο που το σιχαινόταν) είχε στρώσει με ροδοπέταλα το μονοπάτι της παράνομης εδραίωσης του.

Η ελάχιστη ικμάδα ευαισθησίας που μπορεί να υπήρχε μέσα του χάθηκε εντελώς μετά τον θάνατο του παιδιού του και της μητέρας του. Αλλά και πριν μην φανταστείτε ότι είχε τρελές ευαισθησίες. Στα καλύτερα του θα σου προσέφερε έναν ανώδυνο θάνατο αντί για βασανιστήρια. Κάθε Ανατολή όμως έχει και μια Δύση. Κι αυτό είτε γιατί ο ήλιος θέλει να ανατείλει κάπου αλλού είτε γιατί το πλήρωμα του χρόνου επιβάλλει να πάρεις την κατηφόρα. Και το βασικότερο είναι στο κατέβασμα να μην έρθεις κατά μέτωπο με αυτούς που πάτησες για να ανέβεις.

Ο Μπάλτζερ είχε φροντίσει να μην αφήσει ζωντανά πτώματα πίσω του. Όλα τα ζωντανά πτώματα τα έκανε συνεργάτες του. Και τους άφησε να μπουν στη φυλακή ενώ εκείνος την γλύτωσε. Όχι οριστικά βέβαια. Αλλά εξασφάλισε καμιά δεκαπενταριά χρόνια ελευθερίας παραπάνω. Ώσπου το 2011 συνελήφθη και θα σαπίσει μέχρι να πεθάνουν οι επόμενες 2 μετενσαρκώσεις του.

Αυτή είναι και η βασική γραμμή της ιστορίας που αναπτύσσει ο Κούπερ. Αυτό που αλλάζει όμως σε σχέση με τις περισσότερες ταινίες για γκάνγκστερ που έχουμε δει, είναι ότι το σενάριο και η σκηνοθεσία ξέφυγαν εντελώς από την αποτύπωση της τρίφυλλης ζωής, τα λούσα και όλα όσα κάνουν τέτοιοι τύποι που βλέπουν να φτάνουν στα χέρια τους εκατομμύρια. Καθόλου ιερόδουλες, καθόλου χρήμα, καθόλου πλούσια γεύματα. Μόνο οικογενειακές στιγμές και σκιώδης παρουσία.

Η ταινία επικεντρώνεται απόλυτα στον Μπάλτζερ και στην ψυχοσύνθεση των υπολοίπων, αλλά και στο modus lavorandi του Μπάλτζερ ως προς τους συνεργάτες και τους εχθρούς. Υπάρχουν δύο χαρακτηριστικές σκηνές που δείχνουν την φιλοσοφία του. Μια φιλοσοφία που αποδείχθηκε υπεραπαραίτητη για να φτάσει στο κεφαλόσκαλο.

Η πρώτη σκηνή είναι όταν προσκαλεί ψευδώς έναν από τους συνεργάτες του για να δείρουν κάποιον, αλλά το φινάλε τον βρίσκει με μια σφαίρα στο κεφάλι. Με το δεξί του χέρι ο Μπάλτζερ τον αγκάλιαζε και τον χτυπούσε φιλικά στην πλάτη λέγοντας του ότι νοιάζεται για εκείνον και πρέπει να σταματήσει να πίνει και με το αριστερό έκανε νόημα να φύγει η σφαίρα.

Η δεύτερη σκηνή είναι όταν τρώνε στο σπίτι του αστυνομικού Τζον Κόνολι, όπου ζητάει από τον άλλο αστυνομικό, τον Τζον Μόρις, να του πει το μυστικό για την ωραία σάλτσα. Στην αρχή του λέει ότι είναι οικογενειακό μυστικό, αλλά χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια το ξεφουρνίζει. Τότε ο Μπάλτζερ παίρνει αυτό το βαθύ βλέμμα που ξέρεις ότι σε έχει ήδη σκοτώσει μέσα σου και σου προκαλεί τρέμουλο στα πόδια, και λέει: «Είναι το οικογενειακό μυστικό και το έδωσες έτσι απλά. Απλώς το λέω. Κι αν δίνεις έτσι απλά το οικογενειακό μυστικό, τι κάνεις σε άλλα πράγματα;».

Η βασικότερη μου απορία για τον Ντεπ ήταν πως θα καταφέρει να δείξει αυτό που διάβασα και αυτό που περίμενα με αυτό το make up και τα προσθετικά που του είχαν βάλει. Μοιάζουν κάπως υπερβολικά και σίγουρα δεν μπορείς να εκτιμήσεις καθαρά αυτό που σου δίνει ο ηθοποιός. Από τη μία όμως αυτό που ανέφερα παραπάνω για την εστίαση του σεναρίου, κι από την άλλη η φωνή και οι κινήσεις του σώματος του πετυχαίνουν να του δώσουν το βάθρο για να εκτινάξει την ταινία. Αν μπορούσε να βγει σε ένα χαρτί η αυξομείωση του ηχοχρώματος και της έντασης θα βλέπαμε ένα τέλειο καρδιογράφημα.

Φυσικά ο Ντεπ ήταν συνεπικουρούμενος από τον Τζόελ Έτζερτον που καθρέφτισε μια μορφή αστυνομικού που θα ήταν η επιθυμητή αν δεν είχε νταλαβέρι με τύπους σαν τον Μπάλτζερ. Η αφοσίωση στους ανθρώπους που γνωρίζεις από μικρό παιδί και η αντίληψη ότι είναι καλύτερο να συνεργαστούμε με ένα λαβράκι αν είναι να πιάσουμε καρχαρία είναι τα βασικά του δείγματα γραφής και γι΄αυτό ακριβώς είναι τόσο λάθος που του ανατίθεται να κανονίζει αυτός τις πληροφορίες που θα παίρνει το FBI από τον Μπάλτζερ.

Ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς ήταν ο κλασσικός Μπένεντικτ, ενώ ακόμα και η Ντακότα Τζόνσον ξέφυγε από αυτό το αναιμικό και αδιάφορο των 50 Αποχρώσεων, και στο λίγο που είχε ο ρόλος της εξέπληξε ευχάριστα. Άλλο ένα παράσημο για τον Σκοτ Κούπερ, ο οποίος κέρδισε πολλά κι από την επιλογή που άπλωσε τον μίτο του. Αφήγηση μεν, αλλά τι αφήγηση…

Τα τρία πιστά σκυλιά του Μπάλτζερ αποκαλύπτουν όλα όσα έκαναν υπό την ηγεσία του, οι αφηγήσεις τους παίρνουν εικόνα και μεταξύ του ενός και του άλλου ακούγεται τουλάχιστον μία φορά ότι «τα καρφιά ανήκουν στον πάτο της κοινωνίας και πρέπει να σκοτώνονται». Σε αντιδιαστολή με αυτή την φράση του Μπάλτζερ στην οποία συναινούν με σιωπή και πράξεις και οι τρεις, γίνονται καρφιά.

 

toratora.gr