Νέα Ανακάλυψη: Αποδείξεις για το Bing Bang

10.38

Μπροστά σε μία ανακάλυψη-ορόσημο, η οποία ρίχνει φως στις απαρχές δημιουργίας του σύμπαντος κατά τη «Μεγάλη Εκρηξη» -το γνωστό «big bang»- βρίσκεται ομάδα Αμερικανών επιστημόνων.

Συγκεκριμένα, ένα τηλεσκόπιο μελέτης της κοσμικής ακτινοβολίας μικροκυμάτων, το BICEP (Background Imaging of Cosmic Extragalactic Polarization), το οποίο βρίσκεται στο Νότιο Πόλο, ανακάλυψε βαρυτικά κύματα στο σύμπαν, που προέρχονται από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του.

Τα βαρυτικά κύματα συνιστούν αδιόρατους κυματισμούς στο χωροχρόνο, που μεταφέρουν ενέργεια μέσω του Διαστήματος, κάπως σαν τα κύματα ενός ωκεανού με την ταχύτητα του φωτός. Την ύπαρξή τους είχε προβλέψει τo 1916 ο Αλμπερτ Αϊνστάιν ως συνέπεια της Γενικής Σχετικότητας, μέχρι σήμερα όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί.

Εκτός από τα αρχέγονα βαρυτικά κύματα, τέτοια κύματα, σύμφωνα με τη θεωρία του Αϊνστάιν, μπορούν να παραχθούν επίσης στο σύμπαν από σώματα πολύ μεγάλης μάζας, όπως μαύρες τρύπες και άστρα νετρονίων.
Αποδείξεις για το «big bang»

 

Η κίνησή τους προκαλεί παραμορφώσεις στην καμπυλότητα του χωροχρόνου, η οποία μπορεί θεωρητικά να γίνει αντιληπτή στη Γη ως αμυδρή μεταβολή στις διαστάσεις μεγάλων αντικειμένων.

Η «διεύρυνση»
Στόχος των επιστημόνων που συμμετέχουν στην έρευνα ήταν να βρουν ένα ξεχωριστό σημάδι της διεύρυνσης» – της ιδέας, δηλαδή, ότι το σύμπαν, αμέσως μετά τη γέννησή του πριν από περίπου 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια, μέσα σε απειροελάχιστα κλάσματα του δευτερολέπτου γνώρισε μια ταχύτατη επέκταση σε μέγεθος (τη λεγόμενη «εποχή του πληθωρισμού»).

«Ηταν σαν να ψάχναμε ψύλλους στα άχυρα, αλλά τελικά βρήκαμε έναν λοστό», δήλωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα Κλεμ Πράικ, ένας από τους επικεφαλής της έρευνας BICEP2.

Η θεωρία της «διεύρυνσης» εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1980, για να εξηγήσει ορισμένες από τις πλευρές της θεωρίας του Big Bang, όπως για παράδειγμα γιατί το βαθύ Διάστημα μοιάζει σε όλες τις πλευρές του ουρανού.

Αυτοί που πρώτοι διατύπωσαν τη θεωρία είχαν υποστηρίξει από την αρχή ότι η εφαρμογή της θα άφηνε ένα σημάδι στο παλαιότερο φως του ουρανού γνωστού και ως «Cosmic Microwave Back- ground».

Εφόσον επιβεβαιωθεί, η ανακάλυψη θα είναι «η μεγαλύτερη του αιώνα» και πιθανότατα θα βραβευτεί με Νόμπελ, σχολιάζουν ανεξάρτητοι ειδικοί.

Τα αποτελέσματα του BICEP δεν έχουν υποβληθεί ακόμα για έλεγχο και δημοσίευση στον επιστημονικό Τύπο, αναρτήθηκαν όμως στην υπηρεσία προδημοσίευσης arXiv. Οι ερευνητές υπολογίζουν μάλιστα την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων σε περισσότερο από πέντε σίγμα, κάτι που σημαίνει ότι η πιθανότητα να οφείλονται τα αποτελέσματα σε καθαρή τύχη είναι μία στα 3,5 εκατομμύρια.

Τα συμπεράσματα των ερευνητών θα πρέπει να επιβεβαιωθούν, ωστόσο «η ομάδα φαίνεται πολύ αξιόπιστη και αυτό που είδαν φαίνεται σαφές» σχολίασε στο επιστημονικό περιοδικό New Scientist ο φυσικός Αλαν Γκουθ του MIT, του οποίου η ομάδα πρότεινε τη θεωρία του πληθωρισμού τη δεκαετία του 1980.

Ακόμα πιο ενθουσιώδης ήταν ο Μαρκ Καμιονκόφσκι του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη: «Είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη του αιώνα. Αν επιβεβαιωθεί, και νομίζω ότι θα επιβεβαιωθεί, θα είναι υλικό για Νόμπελ» είπε.

ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΚΑΤΣΑΡΟΥ

 

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
Τζον Κόβατς

Εικόνα της γέννησης του σύμπαντος
Αυτή η «ανακάλυψη μας δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα της γέννησης όλου του Σύμπαντος», δήλωσε ο Τζον Κόβατς, αναπληρωτής καθηγητής Αστρονομίας και Φυσικής του Ινστιτούτου Αστροφυσικής του Χάρβαρντ (Harvard – Smithsonian Center for Astrophysics) και εκ των επικεφαλής της έρευνας BICEP 2.

«Πρόκειται για το Αγιο Δισκοπότηρο και είναι πολύ συναρπαστικό».

Η έρευνά του εστιάζει στην ανίχνευση της «μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου» ή CBM, το αρχαίο υπόλειμμα μιας λάμψης που γέμισε τα πάντα, όταν το νεαρό Σύμπαν έγινε ξαφνικά διαφανές περίπου 380.000 χρόνια μετά τη γέννησή του (σήμερα έχει ηλικία περίπου 13,8 δισ. ετών).

Τα τελευταία είκοσι χρόνια ασχολήθηκε με τον σχεδιασμό, την τοποθέτηση και τη λειτουργία πολλών διαφορετικών τηλεσκοπίων στον Σταθμό Αμουδσεν-Σκοτ στον Νότιο Πόλο.

Από το 2010 έχει αφοσιωθεί στις έρευνες με το BICEP 2, το οποίο και έστησε με την ομάδα του.

Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όπου και πρωτοασχολήθηκε με τις μετρήσεις του CMB, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια.

Εχει γράψει 30 συγγράμματα και έχει συντονίσει πολλές διεθνείς συναντήσεις αστροφυσικών με έδρα την Ανταρτική.

ethnos.gr