Τι θα γίνει με τις τράπεζες και τις καταθέσεις

19.32

Στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) βρίσκεται το μέλλον των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και μαζί τους των καταθέσεων. Η ΕΚΤ άφησε αμετάβλητο τον ELA και το ποσοστό κουρέματος των ελληνικών ενεχύρων μέχρι την επόμενη εβδομάδα, όμως από τη Δευτέρα, την επομένη του δημοψηφίσματος, αναμένεται να πάρει εκ νέου αποφάσεις.
 
Με βάση τις αποφάσεις αυτές, δημιουργούνται και τα βασικά σενάρια για το τι θα συμβεί για τις τράπεζες αλλά και τις καταθέσεις. Εντούτοις, όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, πλέον κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα στο ερώτημα τι πρόκειται να συμβεί, καθώς βαδίζουμε σε «αχαρτογράφητα νερά». Ακόμη και στην περίπτωση της Κύπρου, όπου επιβλήθηκαν κεφαλαιακοί περιορισμοί και στη συνέχεια κούρεμα των καταθέσεων, το περιβάλλον ήταν εντελώς διαφορετικό ενώ από τότε μέχρι σήμερα έχει αλλάξει το νομικό καθεστώς αναφορικά με τη διάσωση εκ των έσω (bail in) των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
 
Υπό αυτή την οπτική, τα σενάρια που διαμορφώνονται για τράπεζες και καταθέσεις είναι τα εξής:
 
Α) Αν την Δευτέρα η ΕΚΤ δεν μειώσει τον ELA και δεν αυξήσει το κούρεμα στα collaterals, οι τράπεζες συνεχίζουν να υπολειτουργούν υπό καθεστώς τραπεζικής αργίας και ενδεχομένως με αυστηρούς περιορισμούς. 
 
Εν συνεχεία, υπό την προϋπόθεση ύπαρξης συμφωνίας, ή ξεκάθαρης κινητικότητας προς αυτή την κατεύθυνση, η ΕΚΤ μπορεί να αυξήσει τον ELA, στέλνοντας ταυτόχρονα χρήματα σε φυσική μορφή στις τράπεζες. Αυτό σημαίνει ανεφοδιασμό των ATM σε πρώτη φάση και ομαλοποίηση της λειτουργίας τους και εν συνεχεία άνοιγμα των καταστημάτων με capital controls που θα αποφασιστούν τότε. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση πάντως, το άνοιγμα των τραπεζών δεν μπορεί να γίνει άμεσα, καθώς απαιτούνται μια σειρά από διαδικασίες για την ομαλή λειτουργία τους και την ταυτόχρονη ανακεφαλαιοποίησή τους.
Παράλληλα, και ανάλογα με το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί μέχρι να ξανανοίξουν οι τράπεζες θα εξεταστούν οι επιπτώσεις στης κεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και κατ’ επέκταση τα χρήματα που απαιτούνται για την ομαλοποίηση της λειτουργία τους. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να υποβάλλουν νέα capital plans, στα οποία θα συμπεριλαμβάνονται πωλήσεις θυγατρικών, μειώσεις προσωπικού και καταστημάτων και ενδεχομένως επιπλέον ανάγκες σε «ζεστό χρήμα». Οι τελευταίες θα μπορούν να καλυφθούν μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ή/και του ESM. Σε αυτό το σενάριο, το ενδεχόμενο «κουρέματος» στις καταθέσεις είναι σχετικά περιορισμένο καθώς οι κεφαλαιακές ανάγκες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα καλυφθούν με άλλους τρόπους.
 
Β) Αν η ΕΚΤ αυξήσει το κούρεμα στα collaterals και αποσύρει τη στήριξη μέσω του ELA τα πράγματα περιπλέκονται. Και αυτό γιατί οι τράπεζες θα κληθούν να επιστρέψουν άμεσα στην ΕΚΤ τη ρευστότητα που έχουν αντλήσει, κάτι που προφανώς δεν μπορούν να κάνουν. Έτσι, θα παραμείνουν κλειστές επ’ αόριστον και τα ATM είτε θα σταματήσουν να τροφοδοτούνται με χρήματα είτε θα δίνουν τα απολύτως απαραίτητα μετρητά (10-20 ευρώ/ημέρα).
 
Η αδυναμία των τραπεζών να επιστρέψουν τα χρήματα στην ΕΚΤ τις καθιστά αφερέγγυες, έχοντας ως αποτέλεσμα να τεθεί σε εφαρμογή η διαδικασία bail in, δηλαδή η εκ των έσω διάσωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
 
Σε αυτή την περίπτωση, με βάση την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία που έχει  ψηφιστεί και στην Ελλάδα χαμένοι βγαίνουν οι μέτοχοι των τραπεζών, οι κάτοχοι των ομολόγων τους αλλά και οι καταθέτες. Αρχικά, προβλέπεται συμμετοχή όσων έχουν καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ ανά τράπεζα, όμως –με δεδομένο ότι πλέον αυτοί είναι ελάχιστοι- ο πέλεκυς ενδέχεται να πέσει και στους υπόλοιπους καταθέτες.
 
Αναλυτικά, οι όροι που προβλέπονται σε αυτή την περίπτωση είναι οι εξής:
 
– Σε περίπτωση που μια τράπεζα χρειάζεται νέα κεφάλαια τα οποία δεν μπορεί να βρει μόνη της από τους παλιούς ή νέους μετόχους, θα ακολουθείται η διαδικασία εξυγίανσης η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι το κούρεμα καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.
 
– Για να ενισχυθούν τα κεφάλαια της τράπεζας θα χρησιμοποιούνται τα χρήματα -κατά σειρά προτεραιότητας:
 
   1. των μετόχων,
 
   2. όσων έχουν ομόλογα που έχει εκδώσει η συγκεκριμένη τράπεζα
 
   3. τα χρήματα των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.
 
Νομικοί κύκλοι, πάντως, αναφέρουν ότι δεν είναι ξεκάθαρο τι συμβαίνει σε περιπτώσεις που τα κεφάλαια των μετόχων, των ομολογιούχων και των καταθετών άνω των 100.000 ευρώ δεν επαρκούν για την εξυγίανση μιας τράπεζας. Εάν, για παράδειγμα, χρησιμοποιούνται στις περιπτώσεις αυτές τα χρήματα των εθνικών ταμείων εγγύησης, το κόστος θα μεταφερθεί και πάλι στους καταθέτες, διότι τα ταμεία αυτά χρηματοτοδούνται από τις καταθέσεις.  
 
Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, οι καταθέσεις που ξεπερνούν τα 100.000 ευρώ ανά δικαιούχο ανά τράπεζα (που καλύπτονται από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων) είναι ελάχιστες. Άρα, αν χρειαστούν κεφάλαια από τη δεξαμενή των καταθετών, νομοτελειακά θα γίνει «κούρεμα» και κάτω από τις 100.000 ευρώ.
 
Επίσης, υπάρχει μεγαλύτερη προστασία (δηλαδή θα κουρεύονται στο τέλος) των καταθέσεων φυσικών προσώπων, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, όπως και των υποχρεώσεων προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, έναντι των καταθέσεων που ανήκουν σε μεγάλες εταιρείες. Πρώτα δηλαδή θα κουρεύονται οι καταθέσεις των μεγάλων εταιρειών και στη συνέχεια οι προαναφερθείσες.
 
Σημειώνεται ότι το κούρεμα που θα καλύπτει τουλάχιστον το 8% του συνολικού παθητικού είναι προϋπόθεση για να χρησιμοποιηθεί το ESM. Οι καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ είναι εγγυημένες σε εθνικό επίπεδο, στην Ελλάδα από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων όμως τα χρήματα που έχει στη διάθεσή του το Ταμείο (περίπου 2 δις. ευρώ) σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν για την πλήρη κάλυψη των αναγκών ανακεφαλαιοποίησης στο σενάριο αυτό.
 
Εναλλακτικά, υπάρχει το σενάριο έμμεσου κουρέματος, δηλαδή η επιβολή έκτακτου φόρου επί των καταθέσεων, με τα ποσά να αφαιρούνται άμεσα από τους λογαριασμούς. Με τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται ο νομικός περιορισμός των 100.000, δεν ενεργοποιείται το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων και τα χρήματα πηγαίνουν σε ειδικό λογαριασμό μέσω του οποίου θα γίνει η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.
 
– Μετά το «κούρεμα» των καταθέσεων, εάν η τράπεζα συνεχίζει να χρειάζεται κεφάλαια θα παρεμβαίνει το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Διάσωσης (ESM- European Stability Mechanism) το οποίο θα χορηγεί απευθείας κεφάλαια στην τράπεζα, ενώ θα συμμετέχει και το κάθε Κράτος με ένα μικρότερο ποσοστό (10%).
 
Αυτό σημαίνει ότι ουσιαστικά, εκτός όλων των άλλων οι ελληνικές τράπεζες περνούν απευθείας σε ξένα χέρια, πωλούνται οι θυγατρικές τους εντός και εκτός Ελλάδος καθώς και οι μη αμιγώς τραπεζικές τους δραστηριότητες, το προσωπικό τους μειώνεται κατακόρυφα και πιθανότατα υπάρχουν αναγκαστικές συγχωνεύσεις. Στη χειρότερη εκδοχή αυτού του σεναρίου, στην Ελλάδα παραμένει μόνο μία τράπεζα, υπό τον έλεγχο του ESM.
 
Δημήτρης Πεφάνης
Πηγή: in.gr-Newsroom ΔΟΛ